Greek Vocabulary
Click on letter: GT-Google Translate; GD-Google Define; H-Collins; L-Longman; M-Macmillan; O-Oxford; © or C-Cambridge

GT GD C H L M O
a

GT GD C H L M O
all /ɔːl/ = ADJECTIVE: όλα, όλες, όλοι, όλη, όλο, όλος, πας, απάντες; NOUN: το όλο; ADVERB: όλως; USER: όλα, όλες, όλοι, όλη, όλο, όλο

GT GD C H L M O
and /ænd/ = CONJUNCTION: και; USER: και, και την, και να, και της, και των, και των

GT GD C H L M O
at /ət/ = PREPOSITION: στο, κατά, στη, στον, εις, εν; NOUN: παπάκι; USER: στο, κατά, στη, στον, σε, σε

GT GD C H L M O
bells /bel/ = NOUN: κουδούνι, καμπάνα, καμπανάκι, κωδωνοστοιχία; VERB: βρυχάζω; USER: καμπάνες, κουδούνια, bells, κουδουνιών, κώδωνα

GT GD C H L M O
bobtail /ˈbäbˌtāl/ = NOUN: κοντή ουρά

GT GD C H L M O
bright /braɪt/ = ADJECTIVE: λαμπερός, λαμπρός, ευφυής; USER: ευφυής, φωτεινό, φωτεινά, φωτεινή, λαμπρό

GT GD C H L M O
christmas /ˈkrɪs.məs/ = NOUN: Χριστούγεννα; ADJECTIVE: χριστουγεννιάτικος; USER: Χριστούγεννα, Χριστουγεννιάτικα, Χριστουγέννων, χριστουγεννιάτικο, christmas

GT GD C H L M O
dashing /ˈdæʃ.ɪŋ/ = ADJECTIVE: τολμηρός, ορμητικός, γεμάτος ζωντάνια, επιδεικτικός, ζωηρός; USER: τολμηρός, υπερβολικών, λόγω υπερβολικών, ορμητικός, εκμηδενίζοντας

GT GD C H L M O
everybody /ˈev.riˌbɒd.i/ = PRONOUN: όλοι, πάντες; USER: όλοι, πάντες, όλους, καθένας, ο καθένας, ο καθένας

GT GD C H L M O
fields /fiːld/ = NOUN: πεδίο, χωράφι, αγρός, φέουδο; USER: πεδία, τομείς, πεδίων, τα πεδία, στους τομείς

GT GD C H L M O
from /frɒm/ = PREPOSITION: από, εκ, παρά; USER: από, από την, από το, από τις, από τη, από τη

GT GD C H L M O
fun /fʌn/ = NOUN: διασκέδαση, κέφι, αστείο; USER: διασκέδαση, διασκεδαστικό, τη διασκέδαση, διασκέδασης, διασκεδάσουν, διασκεδάσουν

GT GD C H L M O
go /ɡəʊ/ = VERB: πάω, πηγαίνω, υπάγω; USER: πάω, πηγαίνω, πάει, πάτε, πάνε, πάνε

GT GD C H L M O
happy /ˈhæp.i/ = ADJECTIVE: ευτυχής, ευτυχισμένος; USER: ευτυχισμένος, ευτυχής, ευτυχισμένη, χαρούμενος, ευτυχισμένο, ευτυχισμένο

GT GD C H L M O
here /hɪər/ = ADVERB: εδώ; USER: εδώ, εδώ για, here, εδώ και, εδώ και κάτω, εδώ και κάτω

GT GD C H L M O
hey /heɪ/ = INTERJECTION: Γειά!; USER: γειά, hey, Έι, Γεια σου, Ει

GT GD C H L M O
horse /hɔːs/ = NOUN: άλογο, ίππος; USER: άλογο, ίππος, αλόγου, αλόγων, ίππων

GT GD C H L M O
in /ɪn/ = PREPOSITION: σε, εν, εντός, εις, μέσα; USER: σε, στην, στο, στη, στον, στον

GT GD C H L M O
is /ɪz/ = USER: είναι, είναι η, αποτελεί, έχει, βρίσκεται, βρίσκεται

GT GD C H L M O
it /ɪt/ = PRONOUN: το, αυτό; USER: αυτό, το, είναι, να, ότι, ότι

GT GD C H L M O
jangle /ˈdʒæŋ.ɡl̩/ = NOUN: καβγάς, νταβαντούρι, σαματάς, φιλονικία; VERB: κουδουνίζω, χτυπώ, ηχώ κακοηχώς, φιλονικώ; USER: χτυπώ, καβγάς, νταβαντούρι, φιλονικία, σαματάς

GT GD C H L M O
jingle /ˈdʒɪŋ.ɡl̩/ = NOUN: κουδούνισμα; VERB: κουδουνίζω; USER: κουδούνισμα, κουδουνίζουν, κουδουνίζω, κουδουνίσει, να κουδουνίσει

GT GD C H L M O
laughing /laf/ = NOUN: γέλιο, γελώς; ADJECTIVE: γελών; USER: γέλιο, γελώντας, το γέλιο, γέλια, γελούν

GT GD C H L M O
making /ˈmeɪ.kɪŋ/ = NOUN: κατασκευή, ποίηση; USER: κατασκευή, καθιστώντας, κάνει, λήψης, κάνοντας, κάνοντας

GT GD C H L M O
merry /ˈmer.i/ = ADJECTIVE: κεφάτος, εύθυμος, χαρούμενος; USER: εύθυμος, χαρούμενος, Merry, Καλά, εύθυμη

GT GD C H L M O
new /njuː/ = ADJECTIVE: νέος, καινούργιος, καινουργής, πρόσφατος, φρέσκος; USER: νέος, νέα, νέο, νέων, νέες, νέες

GT GD C H L M O
of /əv/ = PREPOSITION: του, από; USER: από, του, της, των, των

GT GD C H L M O
oh /əʊ/ = INTERJECTION: Αμάν!; USER: αμάν, Οχάιο, ΟΗ, oh, ω

GT GD C H L M O
on /ɒn/ = PREPOSITION: επί, κατά, προς, επάνω, εμπρός, εις; ADVERB: κατά συνέχεια; USER: επί, κατά, για, σε, σχετικά, σχετικά

GT GD C H L M O
one /wʌn/ = PRONOUN: ένας, κάποιος, εις; USER: ένας, κάποιος, ένα, μία, μια, μια

GT GD C H L M O
open /ˈəʊ.pən/ = ADJECTIVE: ανοιχτό, ανοικτός, ανοιχτός, ειλικρινής; VERB: ανοίγω, ανοίγομαι; USER: ανοιχτό, ανοίξει, ανοίξετε, ανοίξτε, άνοιγμα

GT GD C H L M O
over /ˈəʊ.vər/ = PREPOSITION: επί, πέρα, από πάνω, υπέρ; ADVERB: υπεράνω, πλέον, πάρα πολύ, αποπάνω; ADJECTIVE: τελειομένος; USER: επί, πέρα, υπεράνω, πάνω, πάνω από

GT GD C H L M O
ride /raɪd/ = NOUN: βόλτα, ιππασία, περίπατος επί αυτοκίνητου, περίπατος επί άμαξης; VERB: ιππεύω, οχούμαι, πηγαίνω επί αυτοκίνητου, άλογου κλπ.; USER: βόλτα, οδηγούν, βόλτα στην, οδηγήσετε, οδηγήσει

GT GD C H L M O
ring /rɪŋ/ = NOUN: δαχτυλίδι, δακτύλιος, δακτυλίδι, ήχος, παλαίστρα, συμμορία, χαλκάς, όμιλος, κωδώνισμα; VERB: κουδουνίζω, κρούω, ηχώ, κωδωνίζω; USER: δακτύλιος, δαχτυλίδι, δακτυλίδι, δακτύλιο, δακτυλίου

GT GD C H L M O
sing /sɪŋ/ = VERB: τραγουδώ, ψάλλω, άδω; NOUN: νόημα; USER: τραγουδώ, τραγουδούν, τραγουδήσει, τραγουδήσουν, τραγουδήσω

GT GD C H L M O
sleigh /sleɪ/ = NOUN: έλκηθρο, έλκηθρο χιόνος; USER: έλκηθρο, έλκηθρα, sleigh, ελκήθρων, με έλκηθρο

GT GD C H L M O
sleighing /sleɪ/ = NOUN: όχηση επι χιονοέλκηθρο; USER: όχηση επι χιονοέλκηθρο, έλκηθρο,

GT GD C H L M O
snow /snəʊ/ = NOUN: χιόνι; VERB: χιονίζω; USER: χιόνι, χιονό, χιονιού, ντεπόζιτο χιονό

GT GD C H L M O
song /sɒŋ/ = NOUN: τραγούδι, άσμα; USER: τραγούδι, τραγουδιού, το τραγούδι, κομμάτι, τραγουδιού για

GT GD C H L M O
spirits /ˈspɪr.ɪt/ = NOUN: οινοπνευματώδη, αλκοόλ; USER: οινοπνευματώδη, πνεύματα, οινοπνευματώδη ποτά, αποστάγματα, οινοπνευματωδών

GT GD C H L M O
the /ðiː/ = ARTICLE: ο; USER: ο, η, το, την, της

GT GD C H L M O
through /θruː/ = ADVERB: διά μέσου, πέρα πέρα, κατ' ευθείαν; ADJECTIVE: τελειομένος; USER: μέσω, μέσω της, μέσα, μέσω του, με, με

GT GD C H L M O
to /tuː/ = USER: to-, to, για, προς, μέχρι, εις; USER: να, για, προς, μέχρι, σε, σε

GT GD C H L M O
tonight /təˈnaɪt/ = ADVERB: απόψε; USER: απόψε, βράδυ, σήμερα το βράδυ, αποψινή

GT GD C H L M O
us /ʌs/ = PRONOUN: μας, εμάς; USER: μας, εμάς, μαζί μας, us, μας να, μας να

GT GD C H L M O
way /weɪ/ = NOUN: τρόπος, δρόμος, μέσο, διαδρομή, οδός, πέρασμα; USER: τρόπος, δρόμος, τρόπο, τρόπος για, τον τρόπο, τον τρόπο

GT GD C H L M O
we /wiː/ = PRONOUN: εμείς; USER: εμείς, θα, που, έχουμε, μπορούμε, μπορούμε

GT GD C H L M O
what /wɒt/ = PRONOUN: τι, τις, ποιός, ποσόν; USER: τι, αυτό, αυτό που, ποια, ποια

GT GD C H L M O
year /jɪər/ = NOUN: έτος, χρόνος; USER: έτος, έτους, χρόνο, το έτος, περίοδο, περίοδο

50 words